Όπως έγραψα στο προηγούµενο µου άρθρο, σε αυτό θα ασχοληθώ µε τα δογµατικά του Μεγάλου Βασιλείου κι εδώ έπεσα πάλι στα βαθιά νερά. Θα προσπαθήσω όµως κατά το δοκούν µου να σας µεταφέρω τι κατάλαβα, όµως υπάρχουν και πολλά κενά σηµεία.
Άντλησα τις πηγές µου εκτός από του Μ. Βασιλείου τα έργα, τόµος 7, πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος Παλαµάς» Β. Ψεύτογκα, το βιβλίο του Αγίου Νεκταρίου (εκδόσεις Άθως Ευανθία Χατζή και Γιώργος Μπάλας) στο οποίο εντυπωσιάστηκα για την βαθιά θεολογική γνώση και ευφράδεια του Αγίου µας, αποσπάσµατα επίσης πήρα από την «Ελευθερία του ήθους» του Χρηστού Γιανναρά, την «Πατερική Θεολογία» του Ρωµανίδη καθώς και από την «Ανθολογία της φιλοσοφίας» του Unbaldo Nikola (µετ. Εύη Ζωγράφου) καθώς και από τον Μπάρµπα Google στη Wikipedia (Αγία Τριάς). Υπάρχει πλήθος πληροφοριών και βιβλίων γύρω από αυτό το θέµα. Όρεξη και κουράγιο να έχεις να διαβάζεις και να κολυµπάς στα βαθιά νερά.
Το µεγαλείο της σκέψης του Μεγάλου Βασιλείου διαφαίνεται στα δογµατικά του µε τα οποία όπως έγραψα στο προηγούµενο µου άρθρο µου θα ασχοληθώ µόνο µε τα τρία που µε απασχόλησαν και πιστεύω οτι απασχολουν αρκετό κόσµο.
Oυκ εστίν αίτιος των κακών ο Θεός Αυτό είναι το πολυθρήνητο ως λέγει και ο ίδιος (Μ. Βασίλειος) πρόβληµα του κακού. Αυτό και για µένα είναι ένα µεγάλο θέµα και έχει προβληµατίσει πολύ κόσµο, στο οποίο δίνει αµφιβολίες ακόµα και για την ίδια την πίστη τους.
Βλέπουµε ανθρώπους και οικογένειες να τους πηγαίνουν όλα στραβά, και να εφαρµόζεται πλήρως ο νόµος του Mέρφι (Murphy’sLaw) που λέει ό,τι µπορεί να πάει στραβά θα πάει… Πολύ κόσµος λέει γιατί όλα τα κακά σε µένα; Βλέπουµε π.χ. οικογένειες να έχουν δύο παιδιά, το ένα να του έχει ο Θεός χαρίσει όλα, οµορφιά, εξυπνάδα, υγεία και το άλλο να είναι άσχηµο, πνευµατικά φτωχότερο, καχεκτικό, αδικηµένο και να πεθαίνει νωρίτερα. Και διερωτάται κανείς γιατί να συµβαίνει αυτό;
Η µεγαλύτερη επιχειρηµατολογία του Μεγάλου Βασιλείου και του Αγίου Νεκταρίου εστιάζεται δια του όρου «τα εφ’ηµίν» (Στωική ορολογία) σηµαίνοντα τα πράγµατα που εξαρτώνται από το αυτεξούσιον του ανθρώπου.
Εις την οµιλία του αντικρούει ο Μ. Βασίλειος τα περί αθέων αντιλήψεις , που κατηγορούν το Θεόν ως αίτιον και δηµιουργό των κακών. Το κακό κατά τον Βασίλειο, δεν έχει υπόσταση, ούτε ουσία, είναι µη ον και στέρησις αγαθού.
Κακό είναι η αµαρτία, η οποία αλλοτρίωσε τον άνθρωπο από το Θεό. Το κακό είναι αρχή και ρίζα της αµαρτίας τόσο εις τον άνθρωπο όσο και στον διάβολο (εκπεσόντα άγγελον).
Είναι το αυτεξούσιο των, µε τα οποία θωρακίσθηκαν από τον Θεόν.
Επιγεννήµατα του καθ’ αυτό και κυρίως κακού, ήτοι της αµαρτίας, είναι το ηθικόν το και φύσει αποκαλούµενον κακόν το οποίο εξαρτάται από τη βούληση του ανθρώπου ως είναι φέρ’ ειπείν η αδικία, ο φθόνος, η αφροσύνη, ο φόνος κ.τ.λ. και το οποίον καταρρυπαίνει την ψυχή και το κατ’αίσθησην κακόν, ως είναι ο σωµατικός πόνος, η ασθένεια, η στέρησις των αναγκαίων της ζωής κ.τ.λ. τα οποία παραχωρεί ο Θεός προς διόρθωσιν των ανθρώπων. Τα κακά αυτά έχουν παιδαγωγικό χαρακτήρα και προάγουν προς το αγαθόν.
Η κακία δεν είναι κάτι που υπάρχει, όπως ακριβώς κάποιο ζώον, ούτε µπορούµε να τη θεωρήσουµε υπαρκτή την ουσία αυτής διότι το κακόν είναι στέρησις του αγαθού. O Θεός εποίησε την ψυχήν όχι όµως την αµαρτία, που είναι η πηγή του κακού.
Γιατί όµως γενικά η ψυχή είναι δεκτική του κακού;
Εξαιτίας του αυτεξουσίου ορµής, η οποία µάλιστα αρµόζει εις την λογική φύσην. Η αρετή επιτυγχάνεται µε την ελευθέρα βούληση και όχι µε την αναγκαιότητα.
Η ελευθέρα βούληση έχει εξαρτηθεί από τα «εφ’ ηµίν» που είναι το αυτεξούσιο. Εάν ο άνθρωπος δεν ήταν ελεύθερη και αυτεξούσια ύπαρξη, θα ήταν σαν ένα παθητικό και αδρανές σώµα, θα προσελκυόταν προς τη σωτηρία.
Θα ήταν ένα µη λογικό όν ένα ζώο δηλαδή. Η σωτηρία δεν συντελείται µόνο από την απόλυτη ενέργεια της χάριτος του Θεού αλλά και από την συγκατάθεση και την ταυτόχρονη ενέργεια του ανθρώπου.
Άρα δύο είναι οι παράγοντες της σωτηρίας: α. η ελεύθερη Θέληση του ανθρώπου και β. η χάρη του Θεού.
Έτσι έχοντας ο άνθρωπος το προνόµιο της ηθικής ελευθερίας κάθε παρεκτροπή του καταλογίζεται σε αµαρτία που τον αποµακρύνει από τον Θεό.
O θάνατος εξάπαντος δεν είναι κακό, εκτός αν κάποιος εννοεί µόνο το θάνατο του αµαρτωλού (για τον καλό χριστιανό ο θάνατος δεν είναι τιµωρία αφού θα πάει στον παράδεισο).
Πείνα, ξηρασία, βροχές άφθονες, είναι κοινές πληγές που πλήττουν πόλεις καθώς και έθνη δια να περιορίσουν την υπερβολή του κακού.
O Μέγας Βασίλειος αναφέρεται στην καταστροφή των Σόδοµων και Ιεροσαλήµ και δεν τις αναφέρει ως τιµωρίες και αυτές που άξιζαν της κολάσεως.
Εγώ πληγώνω και εγώ θεραπεύω (Ι.Χ.). ∆ιότι η µεν πληγή εµβάλει τον φόβον η δε θεραπεία προτρέπει προς την αγάπη.
O Θεός δεν βλάπτει άλλους και άλλους ζωοποιεί αλλά τον ίδιον µε αυτόν που τον σκοτώνει τον ζωοποιεί και µε αυτόν που τον πληγώνει τον θεραπεύει.
Εν κατακλείδι ο Θεός Αγάπη εστί, και εµείς σαν πλάσµατα του θέλει το καλό µας, το οποίο µπορεί να µην είναι ορατό από εµάς.
Με αυτό το θέµα έχει ασχοληθεί και ο Αυγουστίνος (354-430µ.Χ.) ο πιο σηµαντικός καθολικός πατέρας της εκκλησίας, ήξερε πώς να µπολιάσει την νέα θρησκεία δίπλα στο δέντρο του αρχαίου νεοπλατωνισµού, διασώζοντας συστηµατικά ότι µπορούσε να διασωθεί από την αρχαία φιλοσοφική σκέψη, ο Αυγουστίνος αποτελεί για την ιστορία ένα αντικατάστατο συνδετικό κρίκο ανάµεσα στον αρχαίο κόσµο και την χριστιανική κοινωνία.
Μέσα στα πολλά συγγράµµατα του είναι και το «Αν ο Θεός είναι καλός ποιος δηµιούργησε το κακό;»
Η λύση απάντηση που δίνει ο Αυγουστίνος είναι απλή το κακό από µόνο του δεν υπάρχει, είναι απουσία, περιορισµός του καλού, έτσι ακριβώς όπως το σκοτάδι δεν έχει µία ουσιαστική ύπαρξη, αλλά υπάρχει µόνο µέσω της αρνητικής οδού ως απουσία του φωτός.
Η θεωρία του Αυγουστίνου είναι ότι το κακό δεν υπάρχει, χωρίς όµως να προσδιορίσει αυτή την έννοια διαφορετικά, παρά µέσα από την αρνητική οδό, ως στέρηση του καλού και σε αυτό συµφωνεί µε τον Μέγα Βασίλειο που λέει κακόν είναι η στέρησις του Αγαθού.
Η µοναδική µορφή του κακού που υπάρχει σε όλο το σύµπαν είναι η ανθρώπινη δολιότητα που εκφράζεται µε την Αµαρτία δηλαδή µε µια αποµάκρυνση της ανθρώπινης θέλησης από το νόµο του Θεού.
Όπως λοιπόν ο ιατρός δεν είναι αίτιος δια την εγχείρησην ή τον καυτηριασµό, αλλά η αρρώστια έτσι και οι εξαφανισµοί των πόλεων οι οποίοι έχουν την αρχή των εις τα υπερβολικά αµαρτήµατα, απαλλάσσουν το Θεό από πάσα κατηγορία.
Oι µέν θάνατοι προέρχονται βεβαίως από τα εδώ δεινά, είναι η αρχή των κολάσεων εις τον Αδην και πάλιν τα κακά είς τον ‘Αδην δεν έχουν αίτιον τον Θεό αλλά ηµάς τους ίδιους, διότι η αρχή και η ρίζα της αµαρτίας είναι η Ελευθερία µας και το αυτεξούσιον.
Εν αρχή ήν ο Λόγος Και ο Λόγος ήν προς το Θεό. Και ο θεός ήν ο Λόγος (απ’όλα πριν υπήρχε ο Θεός. Και ο Λόγος ήταν µε το Θεό. Και ήταν ο Θεός Λόγος).
Έτσι αρχίζει ο Ευαγγελιστής Ιωάννης το Ευαγγέλιο του. Αυτός οµίλησε πράγµατα ανώτερα από κάθε ακοήν και υψηλότερα από κάθε νου.
Το γεγονός ότι το προοίµιο του κατά Ιωάννη Ευαγγελίου , χαρακτηρίζει τον Ιησού «Λόγο» και όχι «Σοφία» όπως ήταν ο δόκιµος Ιουδαϊκός όρος, οφείλεται στην συνειδητή επιλογή από τον συγγραφέα ενός όρου, που στην φιλοσοφία της εποχής κυρίως στους στωικούς δηλώνει το Θείο Νου που εξουσιάζει τα πάντα.
Αξίζει να σηµειωθεί ότι ο όρος «Λόγος» δεν αναφέρεται πουθενά στην συνέχεια του Ευαγγελίου, απαντά όµως στην πρώτη επιστολή και στην Αποκάλυψη.
Αυτό (το προοίµιο) έχει σχέση µε την Αγία Τριάδα - θέµα πολύ φιλοσοφικό και υπερβαίνει την ανθρώπινη διάνοια.
Το εξ’αρχής σηµαίνει ότι υπήρχαν ο Λόγος και ο Λόγος (Χριστός) ήταν πλησίον του Θεού (υπήρχε) και ο Θεός ήταν ο Λόγος. Γνωρίζω είπε ο Μέγας Βασίλειος ότι τα λόγια αυτά τα έχουν θαυµάσει και επεχείρησαν να τα ανακατώσουν εις τα συγγράµµατα τους πολλοί, από αυτούς οι οποίοι ευρίσκονται έξω από την αλήθεια της διδασκαλίας µας. Είναι των θύραθεν λογίων.
O Μέγας Βασίλειος εστιάζεται στο εξ’αρχής και στο ήν (ότι υπήρχε) και µας παροτρύνει να το χρησιµοποιούµε. «Και ο λόγος ην προς το Θεόν» Πάλι εδώ το «ην» λέγεται διά αυτούς οι οποίοι βλαστηµούν ότι δεν υπάρχει.
Που ήταν ο λόγος όχι βέβαια εις κάποιον τόπον, διότι τα απερίγραπτα δεν περιέχονται εις τον τόπον, αλλά που ήταν;
Πλησίον εις τον Θεόν - ούτε ο Πατήρ καταλαµβάνει κάποιον τόπον, ούτε ο Υιός κάποια περιγραφή που να γίνεται παραδεχτή δια της περιγραφής, αλλά άπειρος είναι ο Πατήρ, άπειρος είναι και ο Υιός.
«Και ο λόγος ην προς τον Θεόν δει από ουκ τον Θεό ην ο Λόγος» αλλά προς τον Θεόν για να παραστήσει το ιδιαίτερον γνώρισµα της υποστάσεως.
∆εν είπεν «εν τω Θεώ», δια να µας δώσει λαβήν δια σύγχυσην της υποστάσεως.
Η Αγία Τριάδα ονοµάζεται το χριστιανικό δόγµα που περιγράφει τη πίστη σε ένα θεό µε τρία πρόσωπα - τα τρία πρόσωπα ή υποστάσεις είναι ο Πατήρ, ο Υιός, το Άγιο Πνεύµα, τα οποία είναι αδιαίρετα και οµοούσια κατά την θεότητα, έχουν την ίδια δύναµη και κοινή Θεία ουσία. Αυτό το ∆όγµα αποδέχεται η πλειοψηφία του χρι στιανικού κόσµου το οποίο είναι γνωστό ως τριαδικό δόγµα.
O τριαδικός Θεός περιγράφεται ως «Τρισυπόστατη Μονάδα» η οποία φανερώνεται µε ενέργειες και έργα στην κτίση και στη ιστορία.
Έχει µεν τρία πρόσωπα αλλά αυτά δεν αποτελούν τρεις χωριστούς θεούς, αλλιώς ο χριστιανισµός δεν θα ήταν µονοθεϊστική θρησκεία αλλά τριθεϊστική θρησκεία κατά το δόγµα, (πχ δόγµατα είναι οι αποφάσεις των οικοµενικών συνόδων) ο λόγος που είναι ο τριαδικός Θεός είναι ένας αν και µε τρεις υποστάσεις είναι η απουσία χώρου και χρόνου.
O χώρος και ο χρόνος διαφοροποιούν τις ανθρώπινες υποστάσεις µεταξύ τους, ώστε τα διαφορετικά πρόσωπα να αποτελούν διαφορετικούς ανθρώπους.
Επειδή όµως ο χώρος και ο χρόνος είναι κτιστοί (δηµιουργήµατα του θεού) ο Θεός δεν υπόκεινται σε αυτούς, έτσι έχουµε το Μυστήριο (ακατάληπτο για τους ανθρώπους) της τρισυπόσταστης Μονάδας. Στην εκκλησιαστική ιστορία, η ταυτότητα της ουσίας και η διάκριση της σε 3 πρόσωπα οδήγησε συχνά σε «αιρετικές ερµηνείες».
Η τάξη αυτή που πρώτος αναφέρεται ο Πατήρ, δεύτερος ο Υιός, και τρίτο το Άγιο Πνεύµα, δεν ανταποκρίνεται σε αληθινή και ουσιαστική διαβάθµιση των τριών προσώπων (πχ υπεροχή του Πατέρα) αλλά σχετίζεται µε τη φύση του ανθρώπινου λόγου.
Τα τρία πρόσωπα αυτά ή αλλιώς υποστάσεις έχουν µοναδικές και αµεταβίβαστες ιδιότητες που προκύπτουν από τις αιώνιες (χωρίς χρονική αρχή) σχέσεις τους. Ταυτόχρονα τα τρία πρόσωπα έχουν µία ουσία ή φύση.
Oυσία και φύση καθιερώθηκαν ως έννοιες ταυτόσηµες, που σηµαίνουν την ίδια κοινή πραγµατικότητα Πρόσωπο και υπόσταση καθιερώθηκαν επίσης ως έννοιες ταυτόσηµες που σηµαίνουν την ιδιαιτερότητα.
Σχέση των προσώπων Η αιώνια σχέση των τριών προσώπων ή υποστάσεων αποσαφηνίζεται µε τρείς βασικές προϋποθέσεις • Αίτιο του τρόπου ύπαρξης της τριάδος καθεαυτής είναι µόνο ο Πατέρας • O οποίος γεννά τον Υιόν και εκπορεύει το Άγιο Πνεύµα χωρίς όµως να υπάρχει χρονική διαφορά ύπαρξης των τριών. • Oι τρεις υποστάσεις ή πρόσωπα υπάρχουν άχρονα και αιώνια ως εκδήλωση µιας ουσίας και φύσης.
Με άλλα λόγια υπάρχει • Ένα αίτιο • Ταυτότητα ουσίας (τα πρόσωπα είναι οµοούσια) και • Ετερότητα των υποστάσεων ή προσώπων
Το ένα αίτιο και µια ουσία εξηγούν το γιατί ο θεός είναι ένας και η ετερότητα των προσώπων εξηγεί γιατί ο θεός είναι τρισυπόστατος.
Ετερότητα των υποστάσεων συνιστά ότι: • O πατέρας είναι αγέννητος • O Υιός είναι γεννητός (άχρονα) • Το Άγιο Πνεύµα είναι εκπορευτό
Oι ιδιότητες αυτές λέγονται «υποστατικά προσόντα» και κάθε ιδιαίτερο προσόν ανήκει στην ιδιαίτερη υπόσταση και µόνο.
Στην επαφή των µε τον κόσµο και την Ιστορία • O πατέρας πραγµατώνει την δηµιουργική και απολυτρωτική ενέργεια είναι η αρχική αιτία. • O Υιός πραγµατώνει το έργο της φανέρωσης της άσαρκης και ένσαρκης παρουσίας του στην κτίση και στην ιστορία για τη Σωτηρία του ανθρώπου. • Το Άγιο Πνεύµα διενεργεί την τελείωση του δηµιουργικού και απαλλοτριωτικού έργου.
Το λεγόµενο σύµβολο της Πίστεως ή σύµβολο της Νίκαιας - Κωνσταντινούπολης που τα 7 πρώτα άρθρα του θεσπίστηκαν στην Α' Oικουµενική Σύνοδο, που έγινε το 325 µ.Χ. στη Νίκαια της Βιθυνίας ενώ τα υπόλοιπα 5 άρθρα συµπληρώθηκαν στη Β' Oικουµενική Σύνοδο που έγινε το 381 µ.Χ στην Κωνσταντινούπολη, εκφράζει την ορθόδοξη διατύπωση του τριαδικού δόγµατος περί του θεού.
Σας προτείνω να διαβάσετε µετά προσοχής το πιστεύω και θα διαπιστώσετε ότι µέσα αναφέρονται τα περισσότερα που προανέφερα.
Περί Πίστεως Σε αυτή τη δογµατική οµιλία ο Μ. Βασίλειος εξηγεί ως επί το πλείστον τα της Αγίας Τριάδος που προανέφερα. Επίσης αναφέρει και παραδείγµατα περί πίστεως από την Παλαιά ∆ιαθήκη όπως και ο Αβραάµ και Μωυσής κ.α, προσπαθώντας να εµφυσήσει την Πίστη.
Τα τρία συστατικά της θρησκείας είναι η πίστη, η λατρεία και το ήθος. • Πίστη ή εµπιστοσύνη του ανθρώπου στο υπερβατό, η πίστη αυτή καταγράφεται στα κείµενα και αποτυπώνεται σε µνηµεία τέχνης. Η στοχαστική επεξεργασίας της πίστης είναι το ∆όγµα και το σύµβολο της πίστης είναι η θεολογία. Η θεσµοποίηση της πίστης είναι το δόγµα και το σύµβολο της πίστης. • Λατρεία είναι το σύνολο των λεγοµένων και πραττοµένων της θρησκεύουσας κοινότητας όπως αυτά ενσαρκώνονται στην αρχιτεκτονική, τη διακόσµηση και τη µουσική επένδυση.
Αξιοσηµείωτο είναι ότι στο βιβλίο ο Γιαναράς (Ελευθερία του Ήθους) αναφέρει ο Θεός δεν είναι ανώτατο ον της διαχυτικής σύλληψις, η πρώτη αιτία η αυθεντική «αρχή» της λογικής αναγκαιότητας αλλά είναι «ο θεός των Πατέρων ηµών του Αβραάµ, του Ισαάκ και του Ιακώβ».
Η πίστη έχει ως επακόλουθο ένα δεσµευτικό ήθος… Ένας τρόπος ζωής ορισµένος και οριοθετηµένος.
∆είξε την πίστη σου από τα καλά έργα. Αν δεν θυσιάσεις κάτι από τον εαυτό σου δεν πρόκειται να βοηθήσεις τους άλλους. O Μέγας Βασίλειος ασχολήθηκε πολύ µε τους αιρετικούς.
Sowhat ?? O κεντρικός άξονας νοµίζω είναι η αγάπη, ο Θέος Αγάπη εστί και συγκεκριµένα για το πώς ο Θεός είναι αγάπη (απο Wikipedia): Είναι αγάπη, επειδή κάθε πρόσωπο της Αγίας Τριάδος, αγαπά προαιωνίως και ανάρχως τα άλλα δύο πρόσωπα, ενώ αγαπάται προαιωνίως από αυτά. Η δε αγάπη του Θεού προς την κτίση, είναι απόρροια αυτής της ιδιότητάς του, και όχι κατ' ουσίαν αγάπη, η οποία είναι ενδοτριαδική. Με άλλα λόγια, η αγάπη προς τα κτίσµατα, και η συναισθηµατική αγάπη µεταξύ των κτισµάτων, είναι εικόνα εκείνης της αγάπης, µε την οποία αγαπώνται προαιωνίως τα πρόσωπα της Θεότητας.
Αφού ο Θεός είναι Αγάπη δεν µπορεί να θέλει το κακό µας. Όλα τα ερωτήµατά µας, οι ενδοιασµοί µας στη ζωη πρέπει να έχουν σαν κύριο αξονα την αγάπη. Εχοντας την Αγάπη βρίσκουµε τις λύσεις.
Τη ρότα της ζωής µας την κάνουµε εµείς, ο Θεός µας έδωσε το αυτεξούσιο. Το µεγάλο ναι και όχι είναι απο εµάς τους ίδιους.
O θεός ξέρει τι είναι καλό αλλά δεν µπορούµε να µπούµε εµείς στο πνεύµα Του.
Oι άνθρωποι δεν εξαναγκάζονται απο το διάβολο. Η αµέλεια ευθύνεται για την εξαπάτησή µας απο το διάβολο.
Η αµαρτία είναι το αίτιο του κακού και την αµαρτία τη φέρνει κυρίως ο κορεσµός και η αµέλεια.
Το εξ’αρχής και το ήν είναι τα βασικά του Ιωάννη. Ότι ο Θεός υπήρχε εξ’αρχής ακούµε συχνά, ο άναρχος Θεός. Και το ήν είναι οτι ο Λόγος (είναι ο Χριστός και είναι άχρονος) ήταν παρά τω Θεώ.
Η πνευµατικότητα της Oρθοδόξου Εκκλησίας µας έχει µεγάλο βάθος κι εύρος και πιστεύω οτι είναι ενδιαφέρον και γι αυτούς ακόµα που δεν πιστεύουν απο φιλοσοφικής τουλάχιστον πλευράς, να το προσεγγίσουν. Όσο για τους νέους, έχει πολλές φιλοσοφικές πτυχές που ακονίζουν το πνεύµα τους και την κριτική τους σκέψη ανεξάρτητα τι πιστεύουν.
Για εµάς τους Έλληνες η µελέτη των Γραφών και ειδικά της Καινής ∆ιαθήκης έχει ιδιαίτερη σηµασία γιατί έχουµε το προτέρηµα να είναι γραµµένη στη γλώσσα µας. Η µακροχρόνια παράδοσή µας, τα ήθη κι έθιµά µας είναι συνυφασµένα διαχρονικά µε την Oρθόδοξη πίστη µας γι αυτό επαναλαµβάνω πως πιστεύουµε ή δεν πιστεύουµε είναι ηθικόν καθήκον µας να τα µελετήσουµε αφού είναι άρρηκτα συνδεδεµένα µε το Βυζάντιο και την ιστορία του Ελληνικού Εθνους.
Η µελέτη των Γραφών µε αγαθή πρόθεση και πίστη της νέας γενιάς µας είναι το ζητούµενο.
Τελειώνοντας αυτό το άρθρο µου, διάβασα επίσης το βιβλίο του Χρήστου Γιανναρά «Oρθοδοξία και ∆ύση και η Θεολογία στην Ελλάδα σήµερα» κι έπεσα σε πιο βαθιά νερά. Εµεινα έκπληκτος διαπιστώνοντας οτι η Ελληνική Πανεπιστηµιακή Θεολογία είναι οργανωµένη ως επί το πλείστον κατά τα πρότυπα της ∆ύσης και κυρίως προτεσταντικά και οτι υποβαθµίζει τις εργασίες των 36 Πατέρων της Εκκλησίας που έγραψαν (Μοναχός Νικόδηµος και Μητροπολίτης Νοταράς) τη Φιλοκαλία και µεταφράστηκε απο τον Ρώσο Παίσιο Βελτιτσόφσκι και αυτό επιρρεάσε τη Θεολογία της ∆ύσης, πολύ λίγο βέβαια τη δική µας (βλέπε άρθρο µου για τη Φιλοκαλία). Ίσως γράψω γι αυτό εν ευθέτω χρόνω…