Το χθες Σε διάστηµα δύο αιώνων, το ελληνικό κράτος πτώχευσε επτά φορές, βυθίστηκε σε αντίστοιχες κρίσεις και έζησε σχεδόν συνεχώς υπό διεθνή οικονοµικό έλεγχο, κυρίως αγγλικό, αφού η Αγγλία ήταν η κύρια πηγή χρηµατοδότησης των ελληνικών δανείων. Πριν από 80 χρόνια ο καθηγητής Ανδρέας Ανδρεάδης έγραφε:
«Η ιστορία της δηµόσιας οικονοµίας του νεότερου ελληνικού κράτους είναι εν πολλοίς η ιστορία του δηµοσίου χρέους» και µέχρι σήµερα δεν διαψεύστηκε.
Το γιατί πτωχεύσαµε τόσες φορές οφείλεται σε πολλούς λόγους, µε κυριότερο, κατά τη γνώµη µου, τη νοοτροπία µας να ξοδεύουµε παραπάνω από ό,τι κερδίζουµε ή παράγουµε, και το ότι είµαστε λαός που δύσκολα µπαίνει στο “µαντρί”.
Το ∆ιεθνές Νοµισµατικό Ταµείο έχει δηµοσιεύσει ένα γράφηµα όπου απεικονίζεται η πορεία του ελληνικού δηµόσιου χρέους από το 1884 έως το 2016, ως ποσοστό του ΑΕΠ και στο οποίο φαίνεται ξεκάθαρα πότε εξοκείλαµε.
Μια εικόνα αξίζει χίλιες λέξεις Το πρώτο που παρατηρεί κάποιος στο γράφηµα είναι ότι από 1945 έως το 1981 το χρέος µας ήταν γύρω στο 20% του ΑΕΠ. Μετά την άνοδο του ΠΑΣOΚ στην εξουσία άρχισε η εκθετική αύξηση της καµπύλης. .
Η αρχή του τέλους για την οικονοµία θεωρώ ότι ήταν η υλοποίηση, το 1982, της βασικής προεκλογικής υπόσχεσης του ΠΑΣOΚ για την αύξηση του κατώτατου βασικού µισθού κατά 40%. Αυτό είχε σηµαντικές αρνητικές επιπτώσεις στη βιοµηχανία, στη βιοτεχνία αλλά και στις επιχειρήσεις λόγω της µεγάλης αύξησης του µισθολογικού κόστους και των συµπαροµαρτούντων (επιδόµατα, άδειες, ασφάλιση, κ.λπ.) µε άµεση συνέπεια την αποδυνάµωση της ανταγωνιστικότητας.
Θυµάµαι ένα χαρακτηριστικό παράδειγµα. Βρισκόµουν στο Άµστερνταµ και σκίστηκε το κουστούµι µου· αναγκάστηκα, λοιπόν, να αγοράσω ένα άλλο, δεν είχα χρόνο να ψάξω ιδιαίτερα, βρήκα µια φίρµα σχετικά ακριβή και όταν το πήρα στα χέρια µου είδα ότι έγραφε Μade in Greece. Μόλις επέστρεψα στην Ελλάδα, από περιέργεια αναζήτησα την εταιρεία, είχε ένα εργοστάσιο στα Μεσόγεια, πήγα εκεί και αγόρασα ένα παρόµοιο κουστούµι στο ένα τρίτο της τιµής. Το είπα και σε µερικούς φίλους, πήγαµε και αγοράσαµε και άλλα κουστούµια και έτσι γνωρίστηκα µε τον διευθύνοντα σύµβουλο και τον συνεχάρην για τη δουλειά του. Τότε έφευγαν 11 διπλές νταλίκες κάθε εβδοµάδα µε ρούχα για το εξωτερικό.
Την τελευταία φορά που πήγα, µου είπαν ότι έχουν προβλήµατα λόγω αυξηµένου κόστους και σκέπτονταν να µεταφέρουν την εταιρεία εκτός Ελλάδος. Έτσι και έγινε. Την τύχη αυτού του εργοστασίου την είχαν και άλλα πολλά, γιατί µια µισθολογική αύξηση της τάξης του 40% από τη µια µέρα στην άλλη είναι τεράστια και απειλεί την επιβίωση της επιχείρησης.
Είναι πανθοµολογούµενο ότι ο Ανδρέας Παπανδρέου ανέδειξε και χρησιµοποίησε τον λαϊκισµό ως βασικό εργαλείο πολιτικής, κατόρθωσε µε αριστοτεχνική µαεστρία να αποκτήσει την εµπιστοσύνη του κόσµου, όµως όπως αποδείχτηκε εκ των υστέρων, θα µείνει στην ιστορία και ως ο άνθρωπος του «Amor Fati» του Νίτσε. Σίγουρα έκανε και καλές µεταρρυθµιστικές παρεµβάσεις, σίγουρα είχε και µεγάλες επιτυχίες, όπως τα Μεσογειακά προγράµµατα που εξασφάλισε για τη χώρα και άλλα, όµως µέχρι εκεί. Στον αντίποδα, το παράκανε µε παροχές, προσλήψεις, αντιστασιακές συντάξεις και λαϊκίστικα µέτρα που καθήλωσαν τη χώρα και την οδήγησαν στην οπισθοδρόµηση. Ρώτησα πρόσφατα µια γιαγιά σε κάποιο χωριό τι θα ψηφίσει στις επερχόµενες εκλογές και µου απάντησε ότι θα ψηφίσει ΠΑΣOΚ, «αν ψηφίσω τίποτα άλλο θα µου κόψει ο Θεός το χέρι, γιατί αυτό το κόµµα µού έβγαλε και την αντιστασιακή σύνταξη». «Έλα, καλέ», της είπα, «αντάρτισσα κι εσύ επάνω στα βουνά ήσουν;…». Κάποιος άλλος από ένα χωριό στη Χίο πήρε αντιστασιακή σύνταξη γιατί, όπως µου είπε, όταν ήταν µικρός, µε τον πατέρα του φυγάδευαν µε το καΐκι τους τις νύχτες τους Έλληνες µέσω Τουρκίας για τη Μέση Ανατολή. Τον ρώτησα «πόσων χρονών ήσουν τότε;» και µου απάντησε «δώδεκα» !
O Παπανδρέου ήταν µεν χαρισµατικός, αλλά οι επιλογές του δεν ήταν πάντα προς τη σωστή κατεύθυνση.
Σηµειωτέον βέβαια ότι όλες οι επόµενες κυβερνήσεις εφάρµοσαν σχεδόν την ίδια πολιτική. Φαίνεται καθαρά στο γράφηµα, εξαιρείται µόνο η περίοδος διακυβέρνησης του Σηµίτη, που εφάρµοσε ένα σταθεροποιητικό πρόγραµµα προτού µπούµε στο ευρώ, αλλά και αυτόν τον αποµάκρυναν.
Θα θυµάστε ότι ουσιαστικά, µόνο ο Μητσοτάκης επιχείρησε να υλοποιήσει ένα «Μνηµόνιο» εγχώριας εµπνεύσεως, 20 χρόνια πριν το επιβάλουν στη χώρα οι δανειστές, αλλά δεν κατόρθωσε να εξασφαλίσει την υποστήριξη στις µεταρρυθµίσεις όχι µόνο ευρύτερων κοινωνικών δυνάµεων, αλλά ούτε µεγάλου µέρους της Ν.∆. Επίσης, τον Απρίλιο του 2001 ο Γιαννίτσης, επί κυβερνήσεως Σηµίτη, παρουσίασε µια σειρά σηµαντικών και απολύτως απαραίτητων αλλαγών για τον εξορθολογισµό και την εξυγίανση του Συστήµατος Κοινωνικής Ασφάλισης. Μεταξύ άλλων ο δικής του εµπνεύσεως νόµος προέβλεπε δραστικές περικοπές στο ευνοϊκό καθεστώς των προνοµιούχων εργαζοµένων (τράπεζες, ∆ΕΚO, δηµοσιογράφοι κ.ά.), ενώ περιλάβανε και την καθιέρωση νέου ορίου συνταξιοδότησης για όλους τα 65 χρόνια. ∆ιαφορετικά, προειδοποιούσε, όπως και τόσοι άλλοι πριν, ότι η κατάρρευση και η χρεοκοπία ήταν προ των πυλών... τον έδιωξαν και αυτόν όπως και άλλους.
Η ιστορία συνεχίστηκε µε την περιπέτεια στην Παιδεία και τις πυρκαγιές, η κυβέρνηση Καραµανλή σήκωσε τα χέρια, και άφησε τη χώρα στον αυτόµατο πιλότο.
Το σήµερα Πιθανόν να αναρωτιέστε γιατί τα γράφω όλα αυτά. Τα γράφω, επειδή άκουσα σε ένα πάνελ, που συµµετείχαν βουλευτές από διάφορα κόµµατα, κάποιον να υποστηρίζει τις πολιτικές του ΠΑΣOΚ λέγοντας µεταξύ άλλων ότι τότε διπλασιάστηκε ο µισθός του. ∆υστυχώς δεν άκουσα κανέναν από τους παρευρισκόµενους να τον ρωτά: «Βάσει ποιων δεδοµένων διπλασιάστηκε ο µισθός σου; Αύξησες την παραγωγικότητά σου στο διπλάσιο ή σου τα έδωσε το κράτος παίρνοντας δανεικά, που τώρα ξεπληρώνουµε όλοι µας, και εσύ µε το ψαλίδισµα της σύνταξής σου και θα συνεχίσουν να πληρώνουν τα παιδιά, ίσως και τα εγγόνια µας;». Αρκεί να σκεφθείτε ότι στη Γερµανία σε διάστηµα 10 ετών, την ίδια εποχή, έδωσαν αυξήσεις στους µισθούς 2,5% ( την ιδιά περίπου περίοδο). Υπάρχει και ένας δεύτερος λόγος που τα γράφω αυτά.
∆ιαπιστώνω µε ανησυχία ότι λόγω εκλογών άρχισε πάλι ακατάσχετη παροχολογία και βρισκόµαστε πολύ κοντά στον κίνδυνο ενός επόµενου µνηµονίου. Όµως τώρα οι κριτές είναι οι αγορές, που παρακολουθούν συστηµατικά την ελληνική οικονοµία και αναλόγως του πώς µας βαθµολογούν οι διεθνείς οίκοι, διαµορφώνονται, ανεβαίνουν ή κατεβαίνουν τα επιτόκια δανεισµού. ∆υστυχώς δεν τους παίζουµε εµείς τα νταούλια για να χορεύουν, γίνεται το αντίστροφο...
∆εν παραβλέπω ότι αυτή τη στιγµή είναι θετικό το ότι βγήκαµε στις αγορές, όµως δανειζόµαστε µε σχεδόν υπερδιπλάσιο επιτόκιο από αυτό των άλλων χωρών που ήταν σε µνηµόνια. Είναι σηµαντικό να γνωρίζουµε ότι κάθε παραπάνω µονάδα επιτοκίου αντιστοιχεί περίπου µε 3 δις, όσο δηλ. ο ΕΝΦΙΑ που πληρώνουµε όλοι µαζί. Αυτό σηµαίνει ότι αν χρησιµοποιούσες το 1% του ΑΕΠ της κάθε προεκλογικής παροχής για επενδύσεις στον δηµόσιο ή στον ιδιωτικό τοµέα, θα είχες 2,5-3% αύξηση του ΑΕΠ, µε αντίστοιχη αύξηση των θέσεων εργασίας κ.ά. Oι επενδύσεις σε µια χώρα είναι σαν να φυτεύεις δένδρα· θα σου δώσουν καρπούς να φας, εσύ και τα παιδιά σου, και θα µπορείς να ξεκουραστείς στον ίσκιο τους. Μου θυµίζει αυτό που είπε ένας πρόεδρος των Ηνωµένων Πολιτείων «δώσε ένα ψάρι σε κάποιον και θα τον χορτάσεις για µια µέρα, µάθε τον πώς να ψαρεύει και θα τον χορτάσεις για µια ζωή».
Και το αύριο Πρέπει να µελετήσουµε τα λάθη µας και να προσπαθήσουµε να τα διορθώσουµε, να ξεφύγουµε από το παλαιό κατεστηµένο που τα τελευταία 35 χρόνια ό,τι αλλαγή προτεινόταν στην παιδεία, στο ασφαλιστικό, στην υγεία, στη δηµόσια διοίκηση, στην τοπική αυτοδιοίκηση, στη δοµή της οικονοµίας, στις επενδύσεις κ.α., τα κόµµατα, οι συνδικαλιστές και η κοινωνία αντιδρούσαν ενστικτωδώς µε ένα ηχηρό όχι, ένα ανυποχώρητο όχι σε όλα.
Σκέπτοµαι την κυβέρνηση που θα προκύψει από τις επερχόµενες εκλογές και θα πρέπει να χειριστεί τη µεταµνηµονιακή οικονοµία της χώρας, και ποιους υπουργούς και συνεργάτες πρέπει να αναζητήσει. Νοµίζω ότι πρόσωπα µε τις ιδέες του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη και του Τάσου Γιαννίτση είναι µονόδροµος.
Στο κοµβικό σηµείο που βρισκόµαστε, είναι κρίσιµο το να µην επανέλθουµε στον λαϊκισµό διότι παρόλα τα µνηµόνια, παραµένουν ακόµα άλυτα τα βασικά προβλήµατα της ελληνικής οικονοµίας. Υψηλό δηµόσιο χρέος, κόκκινα δάνεια, αναιµική ανάπτυξη και ελάχιστες επενδύσεις.
Έναν επί πλέον κίνδυνο εκτροχιασµού αποτελούν οι πρόσφατες αποφάσεις της Oλοµέλειας του Συµβουλίου της Επικρατείας (ΣΤΕ), που έκριναν αντισυνταγµατικές τις µνηµονιακές περικοπές στις συντάξεις. Oι εκτιµήσεις βέβαια γύρω από το δυνητικό δηµοσιονοµικό κόστος ποικίλουν και εξαρτώνται από τις λεπτοµέρειες της τελικής απόφασης, που ελπίζουµε να είναι λογική και κυρίως βιώσιµη.
Σίγουρα έχουµε ακόµη µακρύ δρόµο να διανύσουµε. Μπορεί τα µνηµόνια να έχουν τελειώσει αλλά παραµένουµε υπό επιτήρηση και σύµφωνα µε το χρονοδιάγραµµα υπάρχουν µεταµνηµονιακές δεσµεύσεις µέχρι το 2060, που σηµαίνει ότι µέχρι τότε, τουλάχιστον, δεν θα είµαστε πλήρως ελεύθεροι.
Όπως έχω γράψει και σε παλαιότερα άρθρα µου, ένας ισχυρός παράγοντας που µπορεί να παίξει θετικό ρόλο στην ανάκαµψη είναι η αυτοπεποίθησή µας και η θετική σκέψη. Να βλέπουµε το ποτήρι µισογεµάτο, γιατί πράγµατι υπάρχουν και θετικά στοιχεία. O οίκος Fitch στην έκθεσή του για την ελληνική οικονοµία τοποθετεί στα θετικά το κατά κεφαλήν εισόδηµα, το οποίο, αν και ανερχόταν στα 20.284 δολάρια το 2018, από 31.700 δολάρια το 2008, εξακολουθεί να είναι υψηλότερο από τον µέσο όρο των χωρών µε αξιολόγηση ΒΒ, ΒΒΒ.
Επίσης πάνω από τα δυο τρίτα του εξωτερικού χρέους είναι προς τους επίσηµους πιστωτές και έτσι η εξυπηρέτησή του είναι βιώσιµη, ενώ το 80% του χρέους της γενικής κυβέρνησης είναι µε σταθερό επιτόκιο. O οίκος εκτιµά πως το έλλειµµα του ισοζυγίου των τρεχουσών συναλλαγών της Ελλάδας διαµορφώθηκε στο 1,9% του ΑΕΠ, το οποίο είναι χαµηλότερο σε σχέση µε τον µέσο όρο των χωρών µε αξιολόγηση ΒΒ. Ακόµη πρόσφατα προχώρησε στην αναβάθµιση της πιστοληπτικής ικανότητας της Ελλάδας σε B και υπάρχουν προοπτικές περαιτέρω βελτίωσης.
Μην ξεχνάµε ότι ο Σόιµπλε, πριν µερικά χρόνια, υποστήριζε ότι πρέπει να φύγουµε προσωρινά από τη ζώνη του ευρώ, γιατί δεν θα ήταν δυνατόν να ισοσκελίσουµε το τεράστιο έλλειµµα των 25-30 δις παραµένοντας στην ευρωζώνη. Και όµως τα καταφέραµε. Φυσικά µε τεράστιες θυσίες, αλλά πάντως τα καταφέραµε και µάλιστα φτάσαµε στο σηµείο να έχουµε και πλεόνασµα. (Μεταξύ µας, πολλοί τότε, δεν το πίστευαν αυτό ούτε και εµείς οι ίδιοι. Για µένα προσωπικά ήταν µια mission impossible).
Όλα εξαρτώνται από την αύξηση του ΑΕΠ που σχετίζεται άµεσα µε τις επενδύσεις. Θεωρώ ότι αν αποφασίσουµε να νοικοκυρέψουµε τα οικονοµικά της χώρας µας και αποφύγουµε παροχές του τύπου «Τσοβόλα δώσ’ τα όλα» θα προσελκύσουµε πολλές επενδύσεις.
Στα συν της πορείας προς την ανάκαµψη συγκαταλέγονται οι θετικοί δείκτες, η µείωση της ανεργίας, η αύξηση του τουρισµού και των εξαγωγών. Επίσης πρέπει να παραδεχτούµε ότι ο Σύριζα, έστω µε µεταβολή 180 µοιρών, ψήφισε πολλά οδυνηρά αλλά αναγκαία νοµοθετήµατα, που δεν τόλµησαν να περάσουν άλλες κυβερνήσεις. Θα µου πείτε, αν το επιχειρούσαν θα ξεσπούσε ακόµα και εµφύλιος, ενώ ο Σύριζα τα πέρασε χαλαρά, χωρίς ιδιαίτερες απώλειες. Συµφωνώ, γιατί κοντρολάρει το “δικό του πεζοδρόµιο”, αλλά ανεξάρτητα από τους λόγους, το αποτέλεσµα πιστώνεται στα θετικά του. Στα µείον χρεώνεται η απαγόρευση από το Σύνταγµα της ίδρυσης ιδιωτικών πανεπιστηµίων, που τη θεωρώ έγκληµα εν ψυχρώ, και που αν έδιναν το πράσινο φως τα οφέλη θα ήταν πολλαπλά (µεταξύ άλλων επαναπατρισµός πολλών Ελλήνων επιστηµόνων, µε συνακόλουθη αύξηση του ΑΕΠ 1,5-2%, σύµφωνα µε υπολογισµούς). Είµαστε η µόνη χώρα της ΕΕ που ισχύει ρητός συνταγµατικός περιορισµός στην ίδρυση µη κρατικών πανεπιστηµίων. Στη γειτονική Τουρκία τουλάχιστον τα µισά είναι ιδιωτικά και στην Κύπρο συµβάλλουν σηµαντικά στην καλή πορεία της οικονοµίας.
Άλλος αρνητικός παράγοντας που λειτουργεί σαν τροχοπέδη για την ανάπτυξη είναι το ποσοστό φοροδιαφυγής, που και λόγω της υψηλής φορολογίας φουντώνει. Όσο πιο δυσβάσταχτοι είναι οι φόροι τόσο µεγαλύτερη είναι η φοροδιαφυγή. Πολύς κόσµος µιλάει και πολλές αναλύσεις γίνονται για την άνιση κατανοµή του πλούτου, που είναι ένα σοβαρό πρόβληµα, πολύ λίγοι, όµως, θίγουν την άνιση συνεισφορά των πολιτών στον κρατικό κορβανά. Το 50% του φόρου εισοδήµατος καταβάλλεται από το 5% των φορολογουµένων, 6 εκατοµµύρια φορολογούµενοι πληρώνουν, κατά µέσο όρο, µόνο 92 ευρώ ετησίως στην εφορία και 106 επιχειρήσεις κατέβαλαν το 62% των φορολογικών βαρών.
Το µεγάλο πρόβληµα της φοροδιαφυγής απασχολεί και την ΕΕ, δεν είµαστε οι µόνοι και µάλιστα σε απόλυτους αριθµούς την πρωτιά κατέχει η Ιταλία, ακολουθεί η ∆ανία, το Βέλγιο, το Λουξεµβούργο, η Μάλτα, η Φινλανδία και τέλος η Ελλάδα, όµως αν λάβει κανείς υπόψη του το κατά κεφαλήν εισόδηµα τότε είµαστε στην πρώτη θέση µαζί µε τους Ιταλούς .
Το ευρωπαϊκό κοινοβούλιο εξετάζει το ενδεχόµενο να δηµιουργηθεί ένα διευρωπαϊκό σύστηµα ελέγχου της φοροδιαφυγής, ανάλογο µε το οµοσπονδιακό της Αµερικής.
Τέλος ένα πολύ σηµαντικό βήµα για τη χώρα στη µεταµνηµονιακή πορεία της είναι η ενίσχυση του κράτους δικαίου. Αυτό σηµαίνει ότι πρέπει να υπάρχουν τεκµηριωµένοι και σαφείς νόµοι, ανεξάρτητο και ικανό δικαστικό σώµα να τους εφαρµόζει, και δέσµευση των κρατικών αξιωµατούχων ότι δεν θα παρεµβαίνουν στη δικαιοσύνη. Η λειτουργία κράτους δικαίου και η ασφάλεια που παρέχει είναι πολύ σηµαντικός παράγοντας για την προσέλκυση επενδύσεων.
Oι επενδυτές θα πρέπει να λάβουν διαβεβαιώσεις ότι οι επενδύσεις τους θα τύχουν καλής µεταχείρισης, και όταν και εάν προκύψει ανάγκη, θα έχουν τη δυνατότητα προσφυγής, ισότιµη αντιµετώπιση και γρήγορη επίλυση των διαφορών στα δικαστήρια.
Γράφονται πολλά για την πορεία της ελληνικής οικονοµίας, και σκοπός αυτού του άρθρου είναι να πω µε απλά λόγια το αυτονόητο, ότι αν γυρίσουµε στις πρακτικές του παρελθόντος και δεν προχωρήσουν οι επενδύσεις, θα διαιωνίζεται η δυσπιστία στις αγορές µε αρνητικά αποτελέσµατα.
Το δις εξαµαρτείν ουκ ανδρός σοφού, πολλώ µάλλον το τρις και το τετράκις. Έχει χιλιοειπωθεί ότι οι λαοί που δεν διδάσκονται από τα λάθη τους είναι καταδικασµένοι να τα ξαναζήσουν. Η ιστορία µάς βοηθάει να γνωρίσουµε το παρελθόν, να ερµηνεύσουµε το παρόν και εν πολλοίς να προβλέψουµε το µέλλον, κοντολογίς να µάθουµε ποιοι ήµασταν, να καταλάβουµε πού βρισκόµαστε και τι µας επιφυλάσσει το µέλλον και προπαντός να µάθουµε από τα λάθη µας.
Πηγές: Καθηµερινή, Η Oδύσσεια της Ελληνικής Oικονοµίας, Ροµπόλης Σ., Μπέτσης Β., εκδ. Λιβάνη, Economist, Bloomberg, Μπάρµπα-Google