Τον περασμένο Νοέμβριο έγραψα το άρθρο Μιλάω με αγνώστους. Ήταν μέρος ενός εκτενέστερου άρθρου, με τίτλο Η σιωπή σκοτώνει που λόγω έλλειψης χώρου της εφημερίδας και χρόνου δικού μου, ανέβαλα τη δημοσίευσή του μέχρι τώρα που το ετοίμασα. Στο μεσοδιάστημα διάβασα και μία μελέτη που τα συμπεράσματά της επιβεβαίωναν τη δύναμη των διαπροσωπικώνσχέσεων. Στην έρευνα αυτή ρωτήθηκαν επιτυχημένοι άνθρωποι από πολλά επαγγέλματα για το πού οφείλουν την επιτυχία τους και το 20% από αυτούς απάντησε «στη μόρφωση, τα πτυχία κ.λπ.» ενώ το 80% απέδωσε την επιτυχία του στις διαπροσωπικές σχέσεις. Αυτό βέβαια το περί διαπροσωπικών σχέσεων το συζητάμε επί πολλά χρόνια, όμως είναι η πρώτη φορά που αποτυπώθηκε με συγκεκριμέναποσοστά.
Με το θέμα έχω κατ᾽ επανάληψη ασχοληθεί και έχω γράψει πολλά άρθρα. Το πρώτο ήταν το Rapport, το 2009. Rapport είναι µία γαλλική λέξη και σημαίνει συγχρονισμόςενδιαφερόντων και συμπεριφοράςανθρώπων. Λέγοντας «έκανα Rapport» εννοούμε «έκανα καλή επαφή», «έγινα αρεστός», «είχα επιτυχία». Ενδιαφέρον έχει το έναυσμα να γράψω αυτό το άρθρο. Είχα πάει σε ένα agentsmeeting, σε μια μεσαίου μεγέθους καναδέζικη εταιρεία που αντιπροσωπεύαμε και εκεί ο πρόεδρος μου είπε ότι είχε καλέσει ένα διάσημο παρουσιαστή-σύμβουλο επιχειρήσεων και πράγματι αυτός μας έκανε μια πολύ καλή παρουσίαση για τις διαπροσωπικέςσχέσεις. Έτσι μου ήρθε η φαεινή ιδέα να κάνω και εγώ μια τέτοια παρουσίαση-σεμινάριο σε ένα ξενοδοχείο για τους υπαλλήλους των εταιρειών μας, η οποία κατά γενική ομολογία είχε μεγάλη επιτυχία. Στη συνεχεία ένας Αμερικανός φίλος και συνεργάτης που είχε ιδρύσει μια μικρή πολυεθνική εταιρεία, μου είπε ότι το καλοκαίρι θα πήγαινε να κάνει summercourse στο Χάρβαρντ. Συζητήσεως γενομένης του έδωσα και ένα αντίγραφο της παρουσίασής μου, μεταφρασμένο στα αγγλικά και κατά το Σεπτέμβριο με πήρε τηλέφωνο και μου είπε «Βύρωνα, σου χρωστάω ένα μεγάλο κέρασμα, γιατί με αυτή την παρουσίασή σου βγήκα πρώτος και βραβεύτηκα».
Γιατί τα γράφω όλα αυτά; Για να δώσω έμφαση στα αποτελέσματα της μελέτης, που ανέφερα παραπάνω, που πλέον με συγκεκριμένα ποσοστά επιβεβαιώνει την αξία των διαπροσωπικών σχέσεων και με τα οποία συμφωνώ απολύτως, δεδομένου ότι και εγώ, όποια επιτυχία είχα στη ζωή μου, την οφείλω κατά 80% στις διαπροσωπικές σχέσεις. Παρενθετικά να πω ότι εκτός από το ότι τα γηρατειά αρέσκονται να αναφέρουν και να επιβεβαιώνουν τις επιτυχίες τους, ο ίδιος ο Τραμπ στο βιβλίο του που διάβασα προτού εκλεγεί πρόεδρος αναφέρει ότι είναι λάθος να μην λέμε στους συνεργάτες, στους φίλους, στους αναγνώστες μας κ.λπ. τα όποια επιτεύγματά μας, αρκεί βέβαια να μην τα προβάλλουμε προς ίδιον συμφέρον. Το Mιλάω με αγνώστους και Η σιωπή σκοτώνει είναι δύο άρθρα-εργαλεία για την ανάπτυξη των διαπροσωπικών σχέσεων και επειδή έχει περάσει πολύς χρόνος από τη δημοσίευση του πρώτου, θα επαναλάβω ορισμένα βασικά σημεία αυτού του άρθρου μου. «Κάπου μέσα στους ασφυκτικούς ρυθμούς της καθημερινότητας, κρύβεται ένας θησαυρός που μπορεί να μας αλλάξει τη διάθεση, αλλά και ολόκληρη τη ζωή. Είναι οι συνομιλίες με αγνώστους, που αποτελούν μία μοναδική ευκαιρία να δούμε τόσο τους γύρω μας όσο και τον εαυτό μας διαφορετικά [...] Ερχόμαστε σε επαφή με νέες απόψεις και διαφορετικέςκουλτούρες, ενώ ανακαλύπτουμε πτυχές του εαυτού μας που ίσως αγνοούσαμε και μας δίνεται η ευκαιρία να εκφράσουμε μύχιες σκέψεις μας δίχως να ανησυχούμε μήπως κριθούμε από τον συνομιλητή μας [...] Υπάρχει ένα άλλο είδος οικείας σχέσης που μας κρατά κοντάγιαμιαφευγαλέαστιγμή κι έπειτα εξαφανίζεται. Η σύντομη και περιορισμένη φύση αυτής της σχέσης δεν μειώνει το γεγονός ότι γεννάει μια οικεία εμπειρία: καθαρή, ειλικρινή, με ουσιώδη εσωτερικό απόηχο. Πρόκειται για την “υπαίθρια” οικειότητα.
Εάν θεωρούμε την οικειότητα ιδιωτική υπόθεση, η υπαίθρια οικειότητα είναι σίγουρα δημόσια υπόθεση. Είναι ένα συγκαταβατικό νεύμα στο πεζοδρόμιο, μια ματιά ή ένα βιαστικό «γεια» με τον διπλανό μας στο μετρό, ένα αποχαιρετιστήριο «καλή συνέχεια» στον τελευταίο που βγαίνει από το ασανσέρ πριν από εμάς. Μπορούμε να τη συναντήσουμε σε όλα εκείνα τα μέρη στα οποία διασταυρώνονται οι δρόμοι ανθρώπων που δεν γνωρίζονται [...] Φατική επικοινωνία Κάποιες τυπικές φράσεις που τις λέμε ασυναίσθητα χωρίς να τις εννοούμε ακριβώς, όπως «Πώς είστε;», «Καλημέρα», «Ωραία μέρα σήμερα», «Καλή συνέχεια», «Τι κάνετε;», είναι γνωστές ως «φατική επικοινωνία» [Οι γλωσσολόγοι ορίζουν τη φατική επικοινωνία ως την αφετηρία μιας επικοινωνιακής επαφής. Συνιστά ένα κοινωνικοψυχολογικό προκαταρκτικό στάδιο, απαραίτητο για να ακολουθήσει η πραγματική συνομιλία [...] Αυτές οι άσκοπες αλλά σημαντικές λέξεις χρησιμοποιούνται μεταξύ αγνώστων και μεταξύ ανθρώπων με στενή σχέση. Όταν τις λέμε, εννοούμε: Σεβλέπω, γειασου. Αυτή η απλή αποδοχή σκορπάει μια γνήσιαευχαρίστηση και ενότητα. Δεν περιμένουμε απάντηση, επιβεβαιώνουμε την ύπαρξη του διπλανού μας – και αυτό κάθε άλλο παρά ασήμαντο είναι. Αυτές οι φευγαλέες επαφές, τις οποίες οι επιστήμονες αποκαλούν «ελάχιστεςκοινωνικέςαλληλεπιδράσεις», μας προσφέρουν τόσο αληθινά συναισθήματα σύνδεσης που πράγματι συμβάλλουν στην εκπλήρωση της βασικήςανθρώπινηςανάγκηςγιακοινωνικότητα». Κατά τον Αριστοτέλη ο άνθρωπος είναι ζώοκοινωνικό. Όταν μιλάμε με αγνώστους ξεκινάμε από το μηδέν, μιλάμε με άνεση για τα συναισθήματα, τις απόψεις, τα μυστικά μας, τους φόβους μας, δεν έχουμε τίποτα να χάσουμε. Απλώς τα ξανασυλλογιζόμαστε.
«Είναι γνωστό ότι οι ερωτευμένοι τείνουν ασυναίσθητα να μιμούνταιο ένας τον άλλο ή να κάνουν αντίστοιχες κινήσεις, χειρονομίες και εκφράσεις. Στο φλερτ, είτε το αντιλαμβάνεστε είτε όχι, προσπαθείτε να συντονίσετε το σώμα σας προκειμένου να γίνετε αρεστοί [...] Μη λεκτικές συμπεριφορές όπως η οπτικήεπαφή, το σκύψιμο προς τον άλλο και ο μιμητισμός δημιουργούσαν μια σωματικήσυμπάθεια που άνοιγε τον δρόμο των εκμυστηρεύσεων, ενώ οι εκμυστηρεύσεις των αστυνομικών οδηγούσαν στις αντίστοιχες εκμυστηρεύσεις των ανακρινομένων [...] «Μια απλή κουβέντα με έναν άγνωστο μας κάνει να βλέπουμε τον άλλο ως πρόσωπο [...] Σε χώρες της ΆπωΑνατολής είναι κανόνας οι άνθρωποι να μη μιλούν με αγνώστους [...] Τα τελευταία χρόνια, πολλές κυβερνήσεις έχουν προωθήσει ευγενικές εκφράσεις που αποτελούν το ευρωπαϊκό ανάλογο λέξεων όπως γεια, παρακαλώ, ευχαριστώ, συγγνώμη και αντίο, προκειμένου να καλλιεργηθεί η ευγένεια στις διεθνείς επαφές. Όπως στο άρθρο μου για αγνώστους ανέφερα ένα προσωπικό παράδειγμα με τον διευθυντήτηςCIA που με ωφέλησε σημαντικά, έτσι και για το άρθρο της σιωπής έχω ένα άλλο παράδειγμα. Καθόμουν σιωπηλός στο bar του ξενοδοχείου Intercontinental περιμένοντας έναν ξένο συνεργάτη που τον είχα στείλει στους Δελφούς. Δίπλα μου καθόταν, επίσης σιωπηλός, ένας κύριος που φαινόταν ξένος. Αφού μείναμε και οι δύο αμίλητοι για αρκετή ώρα, αποφάσισα αυθόρμητα να του ανοίξω κουβέντα και τον ρώτησα αν είναι η πρώτη του φορά στην Ελλάδα. «Ναι» μου απάντησε, και του είπα «σαν Έλληνας σας εγγυώμαι ότι θα έχετε 100% ήλιο και θάλασσα. Είχα πάει στη Δανία την περασμένη εβδομάδα, καλεσμένος από συνεργάτες μου και αναγκάστηκα να αγοράσω ένα αδιάβροχο γιατί έβρεχε συνεχώς». Και τότε άνοιξε ο διάλογος για διάφορα θέματα. Του είπα ότι ασχολούμαι με τη ναυτιλία, μου χαμογέλασε, μου είπε ότι έχει και αυτός κάποια μικρή σχέση και εκεί που συζητούσαμε, πέρασε μια Σκωτσέζα, μας χαιρέτησε, άνοιξε μια τσάντα και μας είπε «έχω φέρει και πουλάω κάποιους σολομούς για να βγάλω τα έξοδά μου». Της χαμογελάσαμε και οι δύο, γιατί ό,τι ακούσαμε μπορούσε να είναι είτε αλήθεια είτε ψέματα, ποντάραμε ότι είναι αλήθεια και αγοράσαμε και οι δύο σολομούς. Μετά από λίγο αποχαιρετιστήκαμε και φύγαμε ο καθένας με το ψάρι που είχε αγοράσει.
Την επόμενη μέρα που πήγα στο γραφείο, μας κάλεσε ο συνεταίρος μου ο Γιώργος και μας είπε ότι έρχεται ένας σπουδαίοςναυλωτής, ο πρόεδρος μιας μεγάλης εταιρείας, για να λάβει τελική απόφαση με ποιον θα συνεργάζεται στην Ελλάδα και ότι πρέπει να ετοιμαστούμε, αν και δεν είχαμε πολλές πιθανότητες, γιατί εμείς μόλις είχαμε ξεκινήσει και υπήρχαν παλιοί brokers. Σε μια εβδομάδα περίπου και αφού είχε συναντήσει αρκετούς brokers ήρθε και η σειρά μας. Συναντήθηκε πρώτα ο Γιώργος μαζί του και μετά κάλεσε τον Μιχάλη κι εμένα να μας συστήσει. Μόλις μπήκα μέσα είδα τον κύριο με τον σολομό και πριν πω κάτι με πρόλαβε, «με τον κύριο γνωριζόμαστε, άλλωστε έχουμε ήδη μια κοινή επαφή, μιαΣκωτσέζακιένανσολομό» και χαμογελώντας πρόσθεσε «HalloByron» (δεν ήξερε το επίθετό μου). Εντέλει έδωσε σε μας την αποκλειστική αντιπροσώπευση αυτής της εταιρείας, που ήταν πολύ σημαντική, γιατί βάσει αυτής γίναμε και ναυλωτές πρώτης τάξης, δεδομένου ότι είχαμε την κάλυψή της. Η επαφή στο Intercontinental νομίζω ότι βοήθησε, αλλά ότι την κρατήσαμε τόσα χρόνια οφείλεται στον Γιώργο τον τότε συνέταιρό μου. Διαπροσωπικές σχέσεις, λοιπόν, που περιλαμβάνουν το μιλάω με αγνώστους και η σιωπή σκοτώνει. Είναι κάτι που πλέον διδάσκεται στα Businessschool και αλλού και θα ήταν σκόπιμο να δίνεται μεγαλύτερη έμφαση στα σχολεία, αρχίζοντας από το δημοτικό. Θυμάμαι ότι μια διαπροσωπική σχέση που έκανα με τους δασκάλους και τους συμμαθητές μου στο δημοτικό, ήταν όταν πήρα μέρος σε μια θεατρική παράσταση. Φυσικά στα ομαδικά sport που παίζαμε τότε δεν δίναμε την πρέπουσα σημασία στη γυμναστική και στην ομαδικότητα. Μιας και είπαμε αρκετά για το πρώτο σκέλος του άρθρου, σειρά έχει το δεύτερο.
Η σιωπή που σκοτώνει Πρόσφατα διάβασα το βιβλίο του Σκοτ Χάρβεϊ, ενός εκπαιδευμένου διαπραγματευτήομήρωνστοFBI, στο οποίο αναπτύσσει τακτικέςεπικοινωνίας και τρόπους αύξησης της επιρροής μας. Aναλύει πώς η επικοινωνία είναι το πιο κρίσιμοστοιχείο για την επιτυχία ενός οργανισμού (και ενός ατόμου). Οι περισσότεροι από εμάς παγιδευόμαστε στην ψευδαίσθηση της σιωπής όταν ένα πρόβλημα μας χτυπά την πόρτα. Αλλά λύνει η σιωπή πραγματικά ένα πρόβλημα που μας κοιτάζει κατάματα; Η απάντηση είναι ένα τεράστιο “όχι”. Κανένας οργανισμός δεν έχει ανοσίαστιςκρίσεις. Όταν ένα πρόβλημα χτυπάει την πόρτα σας, είστε αναγκασμένοι να το αντιμετωπίσετε. Μπορείτε να παραμείνετε σιωπηλοί και να παρακολουθείτε την κατάσταση έκτακτης ανάγκης να εξελίσσεται, ελπίζοντας ότι δεν υπάρχουν θύματα ή μπορείτε να επικοινωνήσετε με σαφήνεια για να διαπραγματευτείτε ένα θετικό αποτέλεσμα.
Τακτικές επικοινωνίας Για να μιλάτε με αυτοπεποίθηση και να χτίζετε την επιρροή σας είναι αρκετή η εκπαίδευσή σας για να:
μη φοβάστε να πείτε το λάθος πράγμα
γνωρίζετε πάντα τι μπορείτε να πείτε
ξέρετε τις καλύτερες τακτικές για να μεταφέρετε το μήνυμά σας
ηγείστε της ομάδας σας με αυτοπεποίθηση
κάνετε τους πελάτες και τους φίλους σας να σας εμπιστευτούν. Αυτονόητο είναι ότι σε όλες τις περιπτώσεις η γλώσσα δεν πρέπει να προτρέχει του νου, να μιλάτε με αυτοπεποίθηση, με στοιχεία και αποδείξεις και να κάνετε τους συνομιλητές σας να σας εμπιστεύονται.
Ζούμε σε έναν κόσμο που είναι βουτηγμένος μέχρι τον λαιμό στην τεχνολογία και φαίνεται να μην σιωπά ποτέ. Έτσι, όπως είναι φυσικό, η “σιωπή” οποιουδήποτε είδους φαίνεται συχνά σαν απειλή. Και σίγουρα μας δημιουργεί άγχος, εσωστρέφεια και άλλα αρνητικά συναισθήματα. Οι επιστήμονες αποδίδουν αυτή την κατάσταση στη διαφορά μεταξύ της καταστασιακής και της διαθετικής απόδοσης. Η καταστασιακή απόδοση είναι όταν συμπεραίνουμε ότι οι πράξεις κάποιου είναι αποτέλεσμα της κατάστασής του (εξωτερικοίπαράγοντες). Δηλαδή, αν η αφεντικίνα σας δεν σας απάντησε εγκαίρως μπορεί να οφείλεται στο γεγονός ότι ήταν απασχολημένη. Η απόδοση διάθεσης είναι όταν συμπεραίνουμε ότι οι πράξεις κάποιου είναι αποτέλεσμα της διάθεσής του (εσωτερικοίπαράγοντες). Δηλαδή, αν η αφεντικίνα σας δεν σας απάντησε αμέσως, είναι επειδή δεν σας συμπαθεί (γράφω αφεντικίνα γιατί σήμερα πάρα πολλές γυναίκες κατέχουν υψηλές θέσεις και ευτυχώς η λέξη αφεντικό πλέον δεν αφορά μόνο τους άνδρες). Χωρίς να έχουν αναπτυχθεί αρκετές σχέσεις, ο εγκέφαλός μας ερμηνεύει τη σιωπή ως απόδοση διάθεσης. Όταν δεν υπάρχει εξήγηση για το γιατί κάποιος σημαντικός για εμάς σιωπά, ο εγκέφαλός μας φυσικά μας προειδοποιεί για μια φανταστική απειλή. Αλλά στην πραγματικότητα, η σιωπή είναι πιο συχνά μια καταστασιακήαπόδοση. Σε αυτό το σημείο εμφανίζεται η ανάγκη για rapportήεπικοινωνία. Όπως προανέφερα, η σιωπή χωρίς επαφή μοιάζει σαν να μη μας ενδιαφέρει. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο είναι σημαντικό να μην πούμε τίποτα κατά τη διάρκεια μιας κρίσης. Μην προτρέχει η γλώσσα του νου. Σίγουρα, δεν θα σκοτώσετε την ιστορία με το να μην μιλήσετε, αλλά θα χάσετε τον έλεγχό της παραμένοντας σιωπηλοί. Ο καλύτερος τρόπος για να προχωρήσετε στη διαδικασία θα ήταν να πείτε κάτι το συντομότερο δυνατό και στη συνέχεια να ασχοληθείτε με τη διόρθωση του προβλήματος. Ωστόσο, όταν επικοινωνείτε με κάποιον πρέπει να κάνετε περισσότερα από το να βάζετε απλώς τις λέξεις σε σειρά.
Άγχος, ισορροπία, φόβος Οι ανοιχτές και ειλικρινείς συζητήσεις είναι συχνά ο μόνος τρόπος για να βελτιώσουμε τα πράγματα. Παράλληλα, πρέπει να κατανοούμε το εμπόδιο που δημιουργεί το άγχος στους ανθρώπους με τους οποίους ελπίζουμε να επικοινωνήσουμε. Ο Σκοτ λέει ότι ένα από τα βασικά πράγματα που έμαθε στην εκπαίδευση για διαπραγματευτές ομήρων είναι η “τραμπάλα” στον εγκέφαλο του καθενός. Στην “τραμπάλα” του εγκεφάλου όλων μας, το συναίσθημα βρίσκεται στη μία άκρη και η λογική/ορθολογισμός στην άλλη. Όταν η μία πλευρά είναι χαμηλά, η άλλη πλευρά είναι ψηλά. Δηλαδή, όταν το συναίσθημα είναι ψηλά, η πλευρά της λογικής/ορθολογισμού του εγκεφάλου μας είναι χαμηλά, και το αντίστροφο. Μην επιτρέπετε η ανισόρροπη ταραχή κάποιου να αποδυναμώσει τη δική σας ισορροπία. Ταυτόχρονα, μην εστιάζετε μόνο στη λογική. Ο στόχος εδώ είναι να φέρετε την τέλεια ισορροπία συναισθήματος και λογικής. Ξεκινήστε απευθυνόμενοι στο συναίσθημά τους και συνεχίστε τη συζήτηση με τη λογική. Ο φόβος μάς κρατάει σιωπηλούς. Αλλά δεν υπάρχει τίποτα άλλο να φοβόμαστε εκτός από την αδράνεια. Η σιωπή δεν θα λύσει ένα πρόβλημα, η ανάληψη δράσης θα το κάνει. Δώστε, λοιπόν, προσοχή σε αυτό.
Εμπειρίαδιαπραγματεύσεωςομήρου Ο Σκοτ μου θύμισε μια προσωπικήεμπειρία που θα σας περιγράψω εν συντομία. Όταν ήμουν αξιωματικός στην Καβάλα, στις 2 η ώρα τη νύχτα, χτύπησαν την πόρτα του σπιτιού μου άνδρες της ΕΣΑ, τους είπα «τι τρέχει, ρε παιδιά» και μου απάντησαν «πάρτε κάποια προσωπικά σας πράγματα για διανυκτέρευση, γιατί θα πρέπει να μας ακολουθήσετε και θα σας εξηγήσουμε μετά». Τους ακολούθησα σαστισμένος, με έβαλαν σε ένα τζιπ και πηγαίναμε. Ρωτούσα «πού πάμε» και μου απαντούσαν «θα σου πούμε». Όταν ξημέρωνε, μου έβαλαν στα μάτια μια μάσκα για να μη βλέπω πού πάμε και αυτό επιδείνωσε την αγωνία μου· ήταν και δύο λελέκια οι Εσατζήδες...
Εντέλει, φτάσαμε σε κάτι τεράστιες εγκαταστάσεις, κοντά στα σύνορα με τη Βουλγαρία, που από ό,τι κατάλαβα ήταν πολυτελείς και είχαν κατασκευαστεί από την ΚΥΠ και το FBI. Μου έβγαλαν τη μάσκα, ήταν Αμερικανοί και Έλληνες, μου πρόσφεραν καφέ και μου είπαν «σε θέλουμε για διερμηνέα Γερμανικών, γιατί έχουμε ένα κρατούμενο πολύ σημαντικό και αρρώστησε ο διερμηνέας που είχαμε. Τους είπα «καλά, με φέρατε σαν εγκληματία εδώ τόση ώρα χωρίς να μου εξηγήσετε;». «Η ΕΣΑ δεν ξέρει τίποτα, έχουμε μόνο εντολή να σε φέρουμε εδώ» ήταν η απάντησή τους. Μου εξήγησαν ότι είχαν μια κρατούμενη από την Ανατολική Γερμανία, την οποία ανέκριναν πολύ καιρό και «δεν σπάει και μάλλον ανήκει σε κύκλωμα». Μου εξήγησαν ότι η αποστολή μου είναι άκρως εμπιστευτική, να μην πω τίποτα σε κανέναν, διαφορετικά κινδυνεύω να περάσω στρατοδικείο και επίσης ότι «από εκεί περνάνε πολλοί Ανατολικογερμανοί, δήθεν για διακοπές, που προσπαθούν να έρθουν στην Ελλάδα παρά να περάσουν το τείχος του Βερολίνου». Υπολόγιζαν ότι η κοπέλα είχε περάσει πριν 25 μέρες στο ελληνικό έδαφος και αυτό ήταν μία από τις ενδείξεις σε βάρος της, γιατί όλοι οι άλλοι παρέμεναν 3 μέρες το πολύ. Μετά εξαντλούνταν οι προμήθειές τους και τους ανάγκαζε και το κρύο να μετακινηθούν. Αν σε αυτές τις λίγες μέρες τούς έπιαναν, ισχυρίζονταν ότι χάθηκαν και βρέθηκαν κατά λάθος στην Ελλάδα. Εν τω μεταξύ από τον φόβο μήπως αυτοκτονήσει, είχαν πάντα ένα σκοπό έξω από το κελί της. Πήγαμε, λοιπόν, με τους ανακριτές, μετέφραζα εγώ, κουβέντα αυτή. Πέρασε μία εβδομάδα και μετά τους ζήτησα να με αφήσουν να της μιλήσω μόνος μου, μήπως και καταφέρω κάτι, και οι Αμερικανοί συμφώνησαν. Την πρώτη φορά, μου είπε «σε έστειλαν για να με σπάσεις, αλλά δεν θα σπάσω». Μετά άρχισα να της μιλάω συναισθηματικά για τη Γερμανία που σπούδαζα, τους φίλους που είχα , για το Σβάμπινγκ που ήμουν, τις περιπέτειές μου και μου είπε και αυτή τη ζωή της και το πόσο υπέφερε, οπότε κατάλαβα ότι δεν πρόκειται για πράκτορα. Την τέταρτη μέρα μου είπε «θα σου πω, αλλά θα μου υποσχεθείς ότι ο άνθρωπος που με βοήθησε δεν θα πάθει τίποτα». Ο άνθρωπος ήταν ένας βοσκός που της συμπεριφέρθηκε ανθρώπινα, έμεινε στη στάνη του 20 μέρες και ερωτεύτηκαν. Όταν τη ρώτησα τι της άρεσε στο βοσκό, μου είπε «η τραγίλα που μύριζε» και η καλοσύνη του. Είπα στους ανακριτές τι συνέβαινε και ότι έχω δώσει τον λόγο της τιμής μου ότι δεν θα πειράξετε τον άνθρωπο και περιμένω να τον τηρήσετε. Τελικά πείστηκαν ότι δεν είναι πράκτορας, τη ρώτησαν πού θέλει να πάει και εκείνη απάντησε στον Καναδά. Κανόνισα να την πάρω μαζί μου στην Καβαλά μέχρι να της βγάλω εισιτήριο για τη Θεσσαλονίκη και από εκεί στον Καναδά. Όλα με άκρα μυστικότητα για το καλό της κοπέλας.
Ευελπιστώ με όλα τα παραπάνω να πρόσθεσα ένα μικρό τουβλάκι στην αξίατωνδιαπροσωπικώνσχέσεων. Οι σχετικές δεξιότητες που μαθαίνει κάποιος βρίσκονται και μέσα στην καθημερινότητα και δεν μας κάνουν απλώς καλύτερους στη δουλειά μας. Η βελτιωμένη επικοινωνία μάς κάνει καλύτερουςσυζύγους, καλύτερουςγονείς, καλύτερουςφίλους και καλύτερουςσυναδέλφους, με δυο λέξεις καλύτερουςανθρώπους.
Πηγές: Μπαρμπα-Google, Scott Harvey, SilenceKills, Kio Stark, Να μη μιλάτε με αγνώστους, εκδ. KEY BOOKS, 2020